Από ένα κούφιο ουρανό
Καρτερώ πρωτοβρόχια
κι αδημονώ ευωδίες
μιας βροχής από λήθη
γεμάτη μουντές ελπίδες,
κίτρινα φύλλα και υγρό χώμα,
γόνιμο υγρό χώμα της απουσίας.
Κι όσο θα δακρύζει η αλήθεια,
κι όσο θα στάζουν αλμύρα οι στιγμές,
κι όσο θα στάζουν αλμύρα οι στιγμές,
πεισματικά θα χορεύω
στη ζάλη μιας λεβάντας,
που έχει από καιρό ανθίσει
στην άκρη ενός άγνωστου μονοπατιού.
Μοναχικός διαβάτης,
μέσα σε δάση πραγματικότητας
να χορεύω ένα μελαγχολικό περίπατο
και ν' ακροβατώ σε μιαν ανάμνηση
που παίρνει και φουσκώνει
κάθε που ο γερασμένος του κορμός
ποτίζει με δάκρυα.
Κι αν στερέψει ο ουρανός,
αν στραγγίξει το ξύλο,
κι αν βρω το δρόμο του πηγεμού,
ότι αγαπήσω θα ανθίζει σε μονοπάτια,
σε άγνωστα υγρά μονοπάτια.
Kαι θα 'χει μυρωδιά λεβάντας,
μοναχικής λεβάντας,
σαν αυτή που άνθισε σε μιαν άκρη,
ένα γκρίζο φθινόπωρο...
(Δ.Κ.)