Κυριακή 25 Δεκεμβρίου 2011

Λίγες Χριστουγεννιάτικες ευχές...


Λίγες μόνο από τις ευχές που έχω για σας.
Αυτές μόνο που μπορώ να εκφράσω...
Να ζείτε. Να ονειρεύεστε. Να αγαπάτε. 
Και όλα θα πάνε καλά....

Τετάρτη 21 Δεκεμβρίου 2011

Να ονειρεύεσαι...


"Να ονειρεύεσαι, μου 'λεγε ένας φίλος που μ' αγαπούσε και με ήξερε καλά.
Τα όνειρα, συνήθως, προδίδουν. Παραπλανούν. Καμιά φορά και σκοτώνουν.
Όμως, δε γίνεται να ζεις χωρίς να ονειρεύεσαι. Δεν έχει νόημα. Δεν έχει ουσία.
Να ονειρεύεσαι! 
Κοίτα μόνο να 'χεις σταμπάρει καλά την έξοδο κινδύνου από τα όνειρά σου.
Τότε σώζεσαι. 
Και ποιά είναι η έξοδος κινδύνου; Τίποτα δεν είναι στη ζωή το παν!
Έχει και παρακάτω... Έχει κι άλλο... 
Προχώρα, λοιπόν, ξεκόλλα! Αυτή είναι η έξοδος κινδύνου! 
Όταν ένας άνθρωπος έχει ενδώσει εντελώς στο πάθος του, είναι μάταιο να προσπαθείς να του αλλάξεις τακτική. 
Είναι όπως ακριβώς ο τζόγος. Όσο χάνεις, τόσο κολλάς. 
Έχει μια περίεργη γλύκα η αυτοκαταστροφή."

(Αλκυόνη Παπαδάκη, «Βαρκάρισσα της χίμαιρας», 2001)

Ο Παλιάτσος...



Ξέρω να κλαίω, να γελάω, να πονώ
ξέρω να λέω την αλήθεια πέρα ως πέρα
γι' αυτό κι εγώ θα σας το πω...

Τραγούδι λέω δυνατά
ν' ακούσουν όλα τα παιδιά
ν' ακούσει η πολιτεία
κι απ' το τραγούδι μου αυτό
παλιάτσοι άλλοι εκατό να βγουν στην κοινωνία

Κι έτσι όλοι μαζί κι αντάμα
να τραγουδάμε τα δίκια της ζωής
να τραγουδάς κι εσύ απ' την πλατεία
να μάθεις φίλε μου σωστά να ζεις

Τραγούδι λέω δυνατά
ν' ακούσουν όλα τα παιδιά
ν' ακούσει η πολιτεία
κι απ' το τραγούδι μου αυτό
παλιάτσοι άλλοι εκατό να βγουν στην κοινωνία

Ένας παλιάτσος είμαι εγώ
καλή σας μέρα...

Κυριακή 11 Δεκεμβρίου 2011

Μια μέρα είδα τον ήλιο να βασιλεύει σαραντατρείς φορές!


(Κεφάλαιο έκτο)
Α! μικρέ πρίγκιπα, κατάλαβα έτσι λίγο-λίγο τη μικρή μελαγχολική σου ζωή. Για πολύν
καιρό δεν είχες άλλη διασκέδαση από το να χαίρεσαι τα υπέροχα χρώματα που σκόρπιζε
βασιλεύοντας ο ήλιος. Έμαθα τούτη την καινούρια λεπτομέρεια το πρωί της τέταρτης
μέρας όταν μου είπες:
- Πολύ μου αρέσουν τα ηλιοβασιλέματα. Πάμε να δούμε ένα ηλιοβασίλεμα...
Μα πρέπει να περιμένουμε...
- Να περιμένουμε τι;
- Να περιμένουμε μέχρι να πέσει ο ήλιος. Στην αρχή φάνηκες να ξαφνιάζεσαι κι ύστερα
γέλασες με τον ίδιο σου τον εαυτό. Και μου είπες:
- Πάντα νομίζω πως είμαι στο σπίτι μου!
Πραγματικά, όταν είναι μεσημέρι στην Αμερική, στη Γαλλία, όλος ο κόσμος το ξέρει, ο
ήλιος βασιλεύει. Δεν θα χρειαζόταν παρά να μπορεί κανείς να πάει στη Γαλλία σ' ένα
λεπτό για να χαρεί το ηλιοβασίλεμα. Δυστυχώς, όμως, η Γαλλία είναι πάρα πολύ μακριά.
Πάνω στο μικρό σου πλανήτη, όμως, θα σου ήταν αρκετό να τραβήξεις την καρέκλα σου
μερικά βήματα πιο πέρα. Και τότε θα 'βλεπες το δειλινό κάθε φορά που θα το 'θελες...
- Μια μέρα είδα τον ήλιο να βασιλεύει σαραντατρείς φορές!
Και λίγο μετά, πρόσθεσε:
- Ξέρεις... όταν είναι κανείς έτσι λυπημένος, του αρέσουν τα ηλιοβασιλέματα...
- Τη μέρα που τα είδες σαραντατρείς φορές ήσουνα, λοιπόν, τόσο πολύ λυπημένος;
Μα ο μικρός πρίγκιπας δεν απάντησε...

Σάββατο 10 Δεκεμβρίου 2011

Στους λαβύρινθους του μυαλού μου...


Πάλι στους λαβύρινθους του μυαλού μου σε γυρεύω,
η κλωστή της ανάμνησής σου με οδηγεί
στο παιδικό σου πρόσωπο,
στην αθώα σου καρδιά,
μα και στο σκληρό σου περίβλημα,

Κι όταν βρω την άκρη, τις χορδές θα σπάσω
της μουσικής που σε περιβάλλει,
να μάθω τις μυστικές της νότες,
αυτές που ποτέ σου δε μου ‘μαθες
και ζητούσες να σφυρίξω το σκοπό σου,
μα η κλωστή αυτή με πνίγει,
την κόβω,
να μη σε ψάχνω πια,
θα ψάχνω να βρω τον εαυτό μου…

(Δ.Κ)

Παρασκευή 9 Δεκεμβρίου 2011

Μη σημαδέψεις την καρδιά μου (Τάσος Λειβαδίτης)




Αδερφέ μου, σκοπέ

αδερφέ μου, σκοπέ

σ' ακούω να περπατάς πάνω στο χιόνι
σ' ακούω να περπατάς πάνω στο χιόνι
σ' ακούω που βήχεις μες στην παγωνιά
σε γνωρίζω, αδερφέ μου
και με γνωρίζεις.
Στοιχηματίζω ότι έχεις μια κοριτσίστικη φωτογραφία στην
τσέπη σου.
Στοιχηματίζω αριστερά μέσα στο στήθος σου πως έχεις μια
καρδιά.
Θυμάσαι;
Είχες κάποτε ένα τετράδιο ζωγραφισμένο χελιδόνια
είχα κάποτε ονειρευτεί να περπατήσουμε κοντά - κοντά
στο κουτελό σου ένα μικρό σημάδι απ' την σφεντόνα μου
στο μαντήλι μου φυλάω διπλωμένα τα δάκρυά σου
στην άκρη της αυλής μας έχουν ξεμείνει τα σκολιανά
παπούτσια σου
στον τοίχο του παλιού σπιτιού φέγγουν ακόμα
με κιμωλία γραμμένα τα παιδικά μας όνειρα.
Γέρασε η μάνα σου σφουγγαρίζοντας τις σκάλες των
υπουργείων
το βράδυ σταματάει στη γωνιά
κι αγοράζει λίγα κάρβουνα απ' το καρότσι του πατέρα μου
κοιτάζονται μια στιγμή και χαμογελάνε
την ώρα που εσύ γεμίζεις τ' όπλο σου
κ' ετοιμάζεσαι να με σκοτώσεις.
Βασίλεψαν τα πρωϊνά σου μάτια πίσω απο ένα κράνος
άλλαξες τα παιδικά σου χέρια μ' ένα σκληρό ντουφέκι
πεινάμε κ' οι δυο για ένα χαμόγελο
και μια μπουκιά ήσυχο ύπνο.
Ακούω τώρα τις αρβύλες σου στο χιόνι
σε λίγο θα πας να κοιμηθείς
καληνύχτα, λυπημένε αδερφέ μου
αν τύχει να δεις ένα μεγάλο αστέρι είναι που θα
σε συλλογίζομαι
καθώς θ' ακουμπήσεις τ' όπλα σου στη γωνιά θα ξαναγίνεις
ένα σπουργίτι.
Κι όταν σου πουν να με πυροβολήσεις
χτύπα με αλλού
μη σημαδέψεις την καρδιά μου.
Κάπου βαθιά της ζει το παιδικό σου πρόσωπο.
Δεν θα' θελα να το λαβώσεις.

(Τάσος Λειβαδίτης)

Αυτογνωσία


Και κάποιος άντρας είπε, Μίλησέ μας για την Αυτογνωσία. 
Κι εκείνος απάντησε λέγοντας: 
Οι καρδιές σας γνωρίζουν σιωπηλά τα μυστικά των ημερών και των νυχτών. 
Αλλά τ' αφτιά σας διψούν για τον ήχο της γνώσης της καρδιάς σας. 
Θέλετε να γνωρίσετε με λόγια αυτό που γνωρίζετε από πάντα στη σκέψη. 
Θέλετε ν' αγγίξετε με τα δάχτυλά σας το γυμνό σώμα των ονείρων σας. 
Και είναι καλό που το θέλετε. 
Το κρυφό πηγάδι της ψυχής σας πρέπει να αναβλύσει και να τρέξει κελαρύζοντας προς τη θάλασσα. 
Και ο θησαυρός του άπειρου βάθους σας πρέπει να αποκαλυφθεί στα μάτια σας. 
Δεν πρέπει όμως να υπάρχουν ζυγαριές για να ζυγίζουν τον άγνωστο θησαυρό σας. Και μη μετράτε τα βάθη της γνώσης σας με το βυθομετρικό κοντάρι ή το σχοινί. 
Γιατί ο εαυτός είναι μια θάλασσα απεριόριστη και άμετρη. 
Μη λέτε, "Βρήκα την αλήθεια", αλλά να λέτε, "Βρήκα μιαν αλήθεια". 
Μη λέτε, "Βρήκα το μονοπάτι της ψυχής", αλλά να λέτε, "Συνάντησα την ψυχή που περπατούσε στο μονοπάτι μου". 
Γιατί η ψυχή περπατά πάνω σ' όλα τα μονοπάτια. 
Η ψυχή δεν περπατά πάνω σε μια γραμμή, ούτε μεγαλώνει σαν καλάμι. 
Η ψυχή ξεδιπλώνεται, όπως ο λωτός με τα αναρίθμητα πέταλα.

 (από το βιβλίο "ο Προφήτης", του Χαλίλ Γκιμπράν)

Πέμπτη 8 Δεκεμβρίου 2011

Ο μικρός Πρίγκηπας και η αλεπού (Η αγάπη είναι ευθύνη)



Η Αλεπού κοίταξε το Μικρό Πρίγκηπα, για πολύ ώρα.
-Σε παρακαλώ εξημέρωσέ με! είπε.
-Το θέλω, απάντησε ο μικρός πρίγκιπας, αλλά δεν έχω πολύ χρόνο. Έχω να ανακαλύψω φίλους και πολλά πράγματα να γνωρίσω.
-Γνωρίζουμε μονάχα τα πράγματα που εξημερώνουμε, είπε η αλεπού. Οι άνθρωποι δεν έχουν πια καιρό να γνωρίζουν τίποτα. Τ’ αγοράζουν όλα έτοιμα απ’ τους εμπόρους. Επειδή όμως δεν υπάρχουν έμποροι που να πουλάν φίλους, οι άνθρωποι δεν έχουν πια φίλους. Αν θέλεις ένα φίλο, εξημέρωσέ με.
-Τι πρέπει να κάνω; Είπε ο μικρός πρίγκιπας.
-Χρειάζεται μεγάλη υπομονή, απάντησε η αλεπού. Στην αρχή θα καθίσεις κάπως μακριά μου, έτσι, στο χορτάρι. Θα σε κοιτάζω με την άκρη του ματιού κι εσύ δε θα λες τίποτα. Ο λόγος είναι πηγή παρεξηγήσεων. Κάθε μέρα, όμως, θα μπορείς να κάθεσαι όλο και πιο κοντά…

Την επόμενη μέρα ο μικρός πρίγκιπας ξαναήρθε.
-Θα ήταν καλύτερα αν ερχόσουν την ίδια πάντα ώρα, είπε η αλεπού. Αν έρχεσαι, για παράδειγμα, στις τέσσερις τ’ απόγευμα από τις τρεις θ’ αρχίζω να είμαι ευτυχισμένη. Όσο περνάει η ώρα τόσο πιο ευτυχισμένη θα νιώθω. Στις τέσσερις πια θα κάθομαι σε αναμμένα κάρβουνα και θ’ ανησυχώ. Θ’ ανακαλύψω την αξία της ευτυχίας. Αν έρχεσαι όμως όποτε λάχει, δε θα ξέρω ποτέ τι ώρα να φορέσω στην καρδιά μου τα γιορτινά της…Χρειάζεται κάποια τελετή.
-Τι πάει να πει τελετή; Είπε ο μικρός πρίγκιπας.
-Είναι κι αυτό κάτι που έχει ξεχαστεί από καιρό, είπε η αλεπού. Είναι αυτό που κάνει μια μέρα να μη μοιάζει με τις άλλες, μια ώρα με τις άλλες ώρες. Υπάρχει, για παράδειγμα, μια τελετή στους κυνηγούς. Χορεύουν την Πέμπτη με τα κορίτσια του χωριού. Η Πέμπτη λοιπόν είναι υπέροχη μέρα. Πάω και κάνω βόλτα ίσαμε τ’ αμπέλι. Αν οι κυνηγοί χόρευαν οποτεδήποτε, οι μέρες θα έμοιαζαν σαν όλες, κι εγώ δε θα είχα ποτέ διακοπές.

Έτσι ο μικρός πρίγκιπας εξημέρωσε την αλεπού. Κι όταν πλησίασε η ώρα του αποχωρισμού:
-Αχ, είπε η αλεπού… Θα κλάψω.
-Εσύ φταις, είπε ο μικρός πρίγκιπας, εγώ δεν ήθελα το κακό σου, εσύ θέλησες να σε εξημερώσω…
-Σωστά, είπε η αλεπού.
-Όμως θα κλάψεις, είπε ο μικρός πρίγκιπας.
-Σωστά, είπε η αλεπού.
-Τι κέρδισες λοιπόν;
-Κέρδισα, είπε η αλεπού, το χρώμα του σταριού.

Έπειτα πρόσθεσε.
-Πήγαινε να ξαναδείς τα τριαντάφυλλα. Θα καταλάβεις πως το δικό σου είναι μοναδικό στον κόσμο. Θα ξανάρθεις να με αποχαιρετήσεις και θα σου χαρίσω ένα μυστικό.
Ο μικρός πρίγκιπας πήγε να ξαναδεί τα τριαντάφυλλα.
-Δε μοιάζετε καθόλου με το δικό μου τριαντάφυλλο, δεν είσαστε τίποτα ακόμα, τους είπε. Κανείς δε σας έχει εξημερώσει και δεν έχετε εξημερώσει κανέναν. Είσαστε όπως ήταν η αλεπού μου. Μια αλεπού ίδια μ’ άλλες εκατό χιλιάδες. Γίναμε όμως φίλοι και τώρα είναι μοναδική στον κόσμο.

Και τα τριαντάφυλλα στέκονταν θιγμένα.
-Είσαστε όμορφα, όμως είσαστε άδεια, τους είπε ακόμα. Δεν πεθαίνει κανείς για σας. Βέβαια, το δικό μου τριαντάφυλλο ένας απλός περαστικός θα έλεγε πως σας μοιάζει. Όμως εκείνο μόνο του έχει περισσότερη σημασία απ’ όλα εσάς, αφού εκείνο είναι που πότισα. Αφού εκείνο έβαλα κάτω απ’ τη γυάλα. Αφού εκείνο προστάτεψα με το παραβάν. Αφού σ’ εκείνο σκότωσα τις κάμπιες (εκτός από δύο τρεις για να γίνουν πεταλούδες). Αφού εκείνο άκουσα να παραπονιέται ή να κομπάζει ή κάποιες φορές ακόμα να σωπαίνει. Αφού είναι το τριαντάφυλλό μου.

Και ξαναγύρισε στην αλεπού:
-Αντίο, είπε…
-Αντίο, είπε η αλεπού. Να το μυστικό μου. Είναι πολύ απλό: μόνο με την καρδιά βλέπεις καλά. Την ουσία τα μάτια δεν τη βλέπουν.
-Την ουσία τα μάτια δεν τη βλέπουν, επανέλαβε ο μικρός πρίγκιπας για να το θυμάται.
-Είναι ο χρόνος που ξόδεψες για το τριαντάφυλλό σου που το κάνει τόσο σημαντικό.
-Είναι ο χρόνος που ξόδεψα για το τριαντάφυλλό μου…είπε ο μικρός πρίγκιπας, για να το θυμάται.
-Οι άνθρωποι ξέχασαν αυτή την αλήθεια, είπε η αλεπού.
-Μα εσύ δεν πρέπει να την ξεχάσεις. Γίνεσαι για πάντα υπεύθυνος για ό,τι έχεις εξημερώσει. Είσαι υπεύθυνος για το τριαντάφυλλό σου…
-Είμαι υπεύθυνος για το τριαντάφυλλό μου… 
Ξανάπε ο μικρός πρίγκιπας, για να το θυμάται…

(Antoine de Saint Exupéry, 1943)

Τρίτη 6 Δεκεμβρίου 2011

Οι παλιές αγάπες πάνε στον παράδεισο...


Είναι κρίμα τέτοιο απόσπασμα να είναι απλά σχόλιο σε άλλη δημοσίευση, γιαυτό και αποφάσισα να του δώσω μια τιμητική θέση ανάμεσα στις άλλες δημοσιεύσεις, να πάρει κι αυτό τη θέση που του αρμόζει...

"Α! Οι παλιές αγάπες πεθαίνουν. Πεθαίνουν και πάνε στον παράδεισο στολισμένες απ' την καλοσύνη της αγίας μνήμης που θέλει να ξεχνά κάθε πίκρα τους, κάθε ώρα κακιά. Οι παλιές αγάπες πάνε στον παράδεισο καθαγιασμένες, εξωραϊσμένες, καταξιωμένες μέσα σε σύννεφα νοσταλγίας που ακούραστα μνημονεύει τη δόξα τους και την ανεπανάληπτη ομορφιά τους.

Οι παλιές αγάπες πάνε στον παράδεισο και δεν ανασταίνονται πια. Πεθαίνουν μέσα στο ίδιο το σώμα που τις γέννησε, στο σώμα που, αργότερα, από φάτνη έμεινε τάφος ξερός. Τάφος με πολλές και διάφορες επιτύμβιες επιγραφές που, με τον καιρό, αλλάζουν και γίνονται όλο και περισσότερο γενναιόδωρες."

(Οι παλιές αγάπες πάνε στον Παράδεισο, Μ.Βαμβουνάκη, 1992)


Δευτέρα 5 Δεκεμβρίου 2011

Κι η καρδιά…σε λησμόνησε…



Πέρασες δίπλα μου τόσο αδιάφορα. 
Πέρασες σαν να μη συμβαίνει τίποτα και θα ‘θελα να ξέρεις πως,
ναι, δε συνέβη τίποτα. 
Όλα αυτά που άφησες πίσω σου, φτιαγμένα από συντρίμμια και πληγές. 
Τα συντρίμμια ορθώσανε. Και σε αγνόησαν. 
Οι πληγές γιάνανε, οι ουλές σκληρύνανε. Δε σε νοιώθουν πια.
Τι κι αν έκανες πως ενδιαφέρεσαι, το μυαλό σε γνωρίζει από παλιά. 
Κι η καρδιά…σε λησμόνησε…
Αν λησμονά η καρδιά...

(Δ.Κ)

Κυριακή 4 Δεκεμβρίου 2011

Αγέρας Αγέραστος



Τί να ν’ ο έρωτας?

Να ν’ ο παιάνας του φλοίσβου όπως χαμογελάσ’ αυτό το παιδί που φτιάχνει το πρώτο του κάστρο στην άμμο?

Να ν’ του χελιδονιού το πρώτο φτεροκόπισμακαι του καναρινιού τα πρώτα βιμπράτο

Να ν’ η Νέμεση που γοργά τη λήθη εξαπολύει, και παραλύει το αιώνια θύμα. Αυτήν την καρδιά που ζαλισμένη με τα χέρια ψηλαφεί του χρόνου τα νήματα. Κι αδράχνεται από αιώνιες θεωρίες να προπατήσει στου σκοπού του την άτραπο.
Να ‘ναι στου ποιητή τα δάκτυλα όπως το χρέος τ’ αξεχρέωτο κι αδάνειστο. Πολεμά να πληρώσει σκίζοντας κόλλες γεμάτες δάκρυα μ’ αλάτια από της θλίψης του τη στέρνα
Να ‘ναι στα πόδια της κοπέλαςόπως στροβιλίζεται στου Πάνα τα μυστικά προστάγματα
Να ‘ναι σ’ αυτές εδώ τις λέξεις, στα μεθυσμένα μολύβια και στου χαρτιού τ’ αυλάκια. Εκεί που ψάχνεις αποκαμωμένε κοινωνέ της ουσίας μας να βρείς των δυο στιγμών τη λύτρωση

Μα δεν είναι πουθενά ο έρωτας. Γιατί Έρωτας δεν υπήρξε ποτέ
Και πως να υπάρξει κάτι που ποτέ του δεν εταίριαξε με άλλο. Που όλο τους άλλους ταιριάζει, χωρίζει, δολοφονεί, ομορφαίνει, φτερά χαρίζει,μα ποτέ του δεν εταίριαξε μ’ άλλο
Του Έρωτα το ταίρι είναι η Απουσία. Η Νοσταλγία. Ειν’ αυτό που αφήνει στη θέση του όταν το μανδύα του παίρνει ο αέρας μαζί  κι αυτόν και το πιο άφατο κενό, αυτό που είναι έτοιμο να ξεκινήσει τις πιο στρόβιλες θυσίες στις πεπερασμένες χορδές μας αυτές  που εσακάτεψαν τα βέλη του Αυτές που με τόση προσμονή έζεψε να εξαπολύσει τα δικά του ο καθένας, αυτά τα μισερά που μας χάρισε ο Έρωτας.

Μα όχι. Υπάρχει ο Ερωτας. Δεν μπορεί να χαθεί ότι στους παλμούς του καθενός ζει, ο αιώνιος μύθος,το παραμύθι που μας νανουρίζει, αυτό που μας είπαν και το πιστέψαμεκαι με την ανάσα της προσμονής μας ξαναγεννιέται κι εμφανίζεται.

Μα δεν θα το βρω παρά στου αγέρα τα βαγόνια,στης λαμπρής λίμνης τον παφλασμό και στ’ ακροδάκτυλα του είναι μου. Εκεί που κάθε τελεία, κάθε παύση και κάθε νότα λιγοστεύει του χάους τη μέθηκι ορίζει μια αγκαλιά που με θάρρος θα σώσει και θα σωθεί.

Κι εκεί, στου τελευταίου χτύπου μου το διαπασών θα σε θυμηθώ Έρωτα και το τελευταίο κλείσιμο των ματιών μου θα ‘ναι σαν το πρώτο μου, το αγνό. Και τότε θα σ’ ευχαριστήσω για τελευταία και μεγαλύτερη φοράόπως τότε σε καλωσόρισα με την πιο ζωογόνα και τρεμάμενη προσμονή μου

(Άρης Μανουράς, Τα Κονσέρτα των Ψυχών, 2008)

Σάββατο 3 Δεκεμβρίου 2011

Η Ἀγάπη εἶναι ὁ Ἄνθρωπος! ("Πιστεύω")


Ἡ Ἀγάπη, μόνο, βαστάζει ὅλα τὰ φορτία.
Μπορῶ νὰ βαστάζω ὅλα τὰ φορτία.
Γιατὶ ἡ Ἀγάπη εἶναι τὸ μέγα φορτίο! 
Ἡ Ἀγάπη σηκώνει τὸ βάρος τ᾿ οὐρανοῦ. 
Μπορῶ νὰ σηκώνω τὸ βάρος τ᾿ οὐρανοῦ. 
Ἡ Ἀγάπη ὑπομένει τὰ μαρτύρια τῆς πυρᾶς. 
Μπορῶ νὰ ὑπομένω τὰ μαρτύρια τῆς πυρᾶς. 
Γιατὶ ἡ Ἀγάπη εἶναι ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ πυρά! 
Ἡ Ἀγάπη πιστεύει στὴ ζωὴ καὶ στὸ θάνατο. 
ἡ Ἀγάπη πιστεύει στὸ θαῦμα. 
Μπορῶ νὰ πιστεύω στὴ ζωὴ καὶ στὸ θάνατο. 
μπορῶ νὰ πιστεύω στὸ θαῦμα. 
Γιατὶ ἡ Ἀγάπη εἶναι ἡ ζωὴ καὶ ὁ θάνατος! 
Γιατὶ ἡ Ἀγάπη εἶναι τὸ θαῦμα! 
Ἡ Ἀγάπη προσεύχεται κ᾿ ἐνεργεῖ. 
ἡ Ἀγάπη ἀγρυπνεῖ. 
Μπορῶ νὰ προσεύχωμαι καὶ νὰ ἐνεργῶ. 
μπορῶ νὰ ἀγρυπνῶ. 
Γιατὶ ἡ Ἀγάπη εἶναι προσευχὴ καὶ πράξη! 
Γιατὶ ἡ Ἀγάπη εἶναι ἡ μυστικὴ ἀγρυπνία! 
Ἡ Ἀγάπη κρατάει ὅλα τὰ χαμόγελα καὶ ὅλα τὰ δάκρυα. 
Μπορῶ νὰ χαμογελῶ καὶ νὰ κλαίω ὅλα τὰ δάκρυα - 
γιατὶ ἡ Ἀγάπη εἶναι ἡ χαρούμενη θλίψη! 
Ἡ Ἀγάπη δίνει τὸν ἄρτο καὶ τὸν οἶνο 
ἐγγύηση γιὰ τὴν αἰωνιότητα. 
Μπορῶ νὰ μεταλάβω τὸν ἄρτο καὶ τὸν oίvo 
ἐγγύηση γιὰ τὴν αἰωνιότητα. 
Γιατὶ ἡ Ἀγάπη εἶναι ὁ Μυστικὸς Δεῖπνος! 
Κ᾿ ἡ μεγάλη ὑπόσχεση! 
Ἡ Ἀγάπη ἔπλασε τὸν ἄνθρωπο. 
ἡ Ἀγάπη ἐδώρησε τὸ φῶς. 
Πιστεύω στὸν ἄνθρωπο. 
πιστεύω στὴν Ἀγάπη. 
Γιατὶ ἡ Ἀγάπη εἶναι τὸ φῶς καὶ ἡ δωρεά! 
Γιατὶ ἡ Ἀγάπη εἶναι ὁ Ἄνθρωπος!

(Μελισσάνθη - 1965, "Εκλογή")

Η Συνάντηση...


Υπάρχει η Συνάντηση. Κι αυτοί οι δύο, εξ αρχής, πέρασαν θαρρετά και με θέληση στη σπηλιά που άμα μπείς δεν μπορείς πια να κάνεις πίσω.

Κάτι σαν ζώνη του λυκόφωτος, σαν εμπειρία θανάτου, σε “νύχτα ασέληνο” αμαρτίας που αλέθει και εξαγιάζει.

Από κεί και πέρα, όλα τα απέξω, δεν θα είναι ποτέ πια όπως πριν.

Και να χωρίσουν, και να χαθούν, η μεταμόρφωση δεν θα χαθεί.

Και έτσι αποφασιστικά, επειδή το θέλεις, κι επειδή σου χαρίζεται, αρχίζεις να ερωτεύεσαι ανακαλύπτοντας την μοναδικότητα του άλλου.

Εκείνο που θα τον κάνει αναντικατάστατο.


Καμιά αναπλήρωση μετά, καμιά απώθηση, κανείς αμυντικός μηχανισμός δεν θα σε παρηγορήσει.


Κι ας παριστάνεις ότι τον ξεπέρασες, ιδίως τότε.

(Μ.Βαμβουνάκη - Τα πράγματα που ζούν απ'το χαμό)

Παρασκευή 2 Δεκεμβρίου 2011

και πάλι εσένα θ' αγαπώ...



Καλότυχοι οἱ νεκροὶ ποὺ λησμονᾶνε 

τὴν πίκρια τῆς ζωῆς. 

Ὅντας βυθίσει 
ὁ ἥλιος καὶ τὸ σούρουπο ακλουθήσει, 
μὴν τοὺς κλαῖς, 
ὁ καημός σου ὅσος καὶ νἆναι 
Τέτοιαν ὥρα οἱ ψυχὲς διψοῦν καὶ πᾶνε 
στῆς λησμονιᾶς τὴν κρουσταλλένια βρύση· 
μὰ βοῦρκος τὸ νεράκι θὰ μαυρίσει, 
ἂ στάξει γι᾿ αὐτὲς δάκρυ ὅθε ἀγαπᾶνε. 
Κι ἂν πιοῦν θολὸ νερὸ ξαναθυμοῦνται. 
Διαβαίνοντας λιβάδια ἀπὸ ἀσφοδύλι, 
πόνους παλιούς, ποὺ μέσα τους κοιμοῦνται. 
Ἂ δὲ μπορεῖς παρὰ νὰ κλαῖς τὸ δείλι, 
τοὺς ζωντανοὺς τὰ μάτια σου ἂς θρηνήσουν: 
Θέλουν μὰ δὲ βολεῖ νὰ λησμονήσουν.

("Λήθη" - Λ.Μαβίλλης)




"Ο Κήπος του Προφήτη" του Χαλίλ Γκιμπράν



"Το έθνος να λυπάστε αν φορεί ένδυμα  που δεν το ύφανε.



Ψωμί αν τρώει αλλά όχι απ' τη σοδειά του.

Κρασί αν πίνει, αλλά όχι από το πατητήρι του.
Το έθνος να λυπάστε που δεν υψώνει τη φωνή παρά μονάχα στη πομπή της κηδείας.

Που δεν συμφιλιώνεται παρά μονάχα μες τα ερείπιά του. 
Που δεν επαναστατεί παρά μονάχα σαν βρεθεί ο λαιμός του ανάμεσα στο σπαθί και την πέτρα.
Το έθνος να λυπάστε που έχει αλεπού για πολιτικό, απατεώνα για φιλόσοφο, μπαλώματα και απομιμήσεις είναι η τέχνη του.
Το έθνος να λυπάστε που έχει σοφούς από χρόνια βουβαμένους"...

Χαλίλ Γκιμπράν, 1923


Προφητικότατο για την Ελλάδα του σήμερα...

Η Μυρωδιά της Αναγέννησης...


Τι νύχτα κι αυτή σήμερα, γεμάτη αναμνήσεις, γεμάτη εικόνες, λέξεις, αγκαλιές, ψέμματα. Ο μέγας καλλιτέχνης θεός, φρόντισε και η αποψινή νύχτα να είναι γεμάτη διαμαντάκια περίτεχνα κεντημένα στο σκούρο φόρεμά της, να μοιάζει γυναίκα δυνατή έτοιμη να σου κόψει την ανάσα με την ομορφιά της και το άρωμά της. Το άρωμά της… Μυρίζει ξύλο που καίγεται, φωτιά, ζεστασιά μέσα στο τσουχτερό κρύο, τρυφεράδα, θαλπωρή, ευγνωμοσύνη. Ναι, μυρίζει όπως μυρίζουν οι αναμνήσεις. Οι αναμνήσεις μυρίζουν φωτιά που καίει το εδώ και το τώρα όπως ακριβώς έκαψε το εκεί και το τότε της δημιουργίας της. Μυρίζει φωτιά που σιγοκαίει κούτσουρα ανθρώπινης ψυχής. Άλλοτε για να μας ζεσταίνει, κι άλλοτε να μας αφήνει με τις κρύες στάχτες στα χέρια που με το πρώτο αεράκι σκορπίζουν στο γύρω της ψυχής μας. Κι άντε να μαζέψεις τις στάχτες σου για να ξαναγεννηθείς. Μέσα από τις στάχτες σου να αναγεννηθείς! Να αναστηθείς! Κι αν μπορείς να το κάνεις, είναι που πρέπει να ευγνωμονείς για αυτή την ευλογία και το δώρο Θεού. Ναι, η αναγέννηση μυρίζει ευγνωμοσύνη! Διαδικασία επίπονη και σκληρή, με έπαθλο όμως ζεστές αγκαλιές, ένα φιλί κι ένα τρυφερό χαμόγελο. Ναι, η αναγέννηση μυρίζει ζεστασιά και θαλπωρή. 
Μυρίζει άνοιξη η αναγέννηση, τουλίπες που ξεπροβάλλουν ντροπαλά μέσα από το χιόνι, δίνουν χρώμα και άρωμα στο μέσα μας, και αλίμονο, τρέφονται από τις στάχτες του περασμένου χειμώνα…

(Δ.Κ)